Κατά τη μεταμοντέρνα διάλυση των μεγάλων αφηγήσεων το καλλιτεχνικό έργο μετατοπίζεται από αντικείμενο σε υποκείμενο, από παρουσία σε ίχνος. Μέσα σε αυτή την αναδιαμόρφωση, η τέχνη ως πρακτική έρευνας αποκτά δυναμική όχι ως ανάκτηση της αλήθειας, αλλά ως διερεύνηση της αδυναμίας να συντάξουμε ένα περιεχόμενο που να ανταποκρίνεται στην πλήρη έννοια της αλήθειας. Σε αυτή τη διαπίστωση είναι που η σύγχρονη τέχνη καταφεύγει στο αρχείο και την επιτόπια καταγραφή-έρευνα ως λόγο-χώρο στον οποίο η μνήμη, η ιστορία, ο μύθος και η κριτική συνυπάρχουν. Eπομένως, το να μιλά κανείς για την Τέχνη-ως-Έρευνα (Arts-Based Research – ABR), δεν σημαίνει την επαναβεβαίωση θετικιστικών μεθοδολογιών, αλλά την ανάδειξη της αστάθειας της γνώσης, των «κενών» ή «τυφλών» σημείων όπου η έννοια της σημασίας κλονίζεται. Πρόκειται για σημεία «ρήξης» ή «ασυνέχειας» της Ιστορίας τα οποία ο Foucault στο βιβλίο του με τον τίτλο Abnormal1 περιγράφει ως «αντι-ιστορία» με συνακόλουθή έννοια την «αντι-μνήμη».

Σε ευθυγράμμιση με τα παραπάνω, τα καλλιτεχνικά έργα επιχειρούν και συντάσσουν ένα αρχείο όχι μόνο ως προς το τι συνέβη, αλλά και ως προς τι δεν μπόρεσε να ειπωθεί σχετικά με το συμβάν. Με αυτόν τον τρόπο η Τέχνη-ως-Έρευνα, επιτελεί έναν τρόπο γνώσης που επιμένει στην απουσία, την αντίφαση και την αμφισημία ως έγκυρες μορφές κατανόησης και το έργο τέχνης, να καθίσταται από μόνο του μια θεωρητική πρόταση, φιλοσοφική και ριζικά ανοιχτή2. Στο διευρυμένο πεδίο της Τέχνης-ως-Έρευνα βρίσκουμε τη γενετική της δυνατότητα: έναν τρόπο σκέψης που υπερβαίνει τη γλώσσα, μια μορφή γνώσης που επιμένει στο εδώ, στο τώρα, στο θραύσμα. Η τέχνη δεν συμμετέχει απλώς στην έρευνα, διερωτάται τι μπορεί να είναι η έρευνα. Επαναπροσδιορίζει τη γνώση όχι ως βεβαιότητα, αλλά ως συνάντηση. Και με αυτόν τον τρόπο, μας προσφέρει μια βαθιά διαφορετική επιστημολογία — μία υλική μορφή του γίγνεσθαι της θεωρίας.

Στο φάσμα της Ιστορίας της Τέχνης, ο χάρτης είτε γεωγραφικός, είτε πολιτικός, είτε ψυχολογικός, υπήρξε μια στατική αναπαράσταση εδαφών, αντανάκλαση της εξουσίας, της προοπτικής, ακόμα και των δομών της γνώσης αυτής καθαυτής. Το video, ως μέσο βασισμένο στον χρόνο, ανατρέπει τη στατική σύμβαση, αμφισβητώντας όχι μόνο την αναπαράσταση του χώρου, αλλά και την ίδια την έννοια του ως σταθερής, αμετάβλητης οντότητας. Με αυτόν τον τρόπο λειτουργεί ως κριτική, στην ιδέα ενός παραδοσιακά χαρτογραφημένου εδάφους. Το καλλιτεχνικό ψηφιακό οπτικοακουστικό έργο δεν μπορεί να θεωρηθεί ως απλώς ένα εργαλείο τεκμηρίωσης, καθώς επερωτά τα ίδια τα συστήματα μέσα από τα οποία κατανοούμε τον κόσμο που μεταβάλλεται διαρκώς. Αυτή η σχέση του μέσου με τον κόσμο αποτελεί μια σύνθετη διαπραγμάτευση μεταξύ χώρου, χρόνου και των γνωστικών διαδικασιών του ατόμου. Στο πλαίσιο της κριτικής χαρτογράφησης, διαθέτει τη δυνατότητα να λειτουργήσει ως μέσο που επαναδιαπραγματεύεται τις συμβάσεις των παραδοσιακών πρακτικών χαρτογράφησης, οι οποίες λειτουργούν με την προϋπόθεση ότι οι οπτικές γωνίες είναι σταθερές και ουδέτερες, επεκτείνοντας τες, διευρύνοντάς τες. Μέσα από την αμφισβήτηση της πληρότητας και της συνέχειας — ή αλλιώς, την αποδοχή των κατακερματισμένων ατε- λών και ανοιχτών χρονικών διαδικασιών αλλαγής ενός χώρου και μαζί των «τυφλών» σημείων της Ιστορίας που τον αφορούν, αναδιαμορφώνει την κατανόησή μας για το έδαφος, τον τόπο3.

Επιπλέον, στο επίπεδο αυτής της «διευρυμένης περιοχής» του κριτικού χάρτη, το έργο video αποτελεί ένα εργαλείο μέσω του οποίου, πέρα από το περιεχόμενο, η ίδια η πράξη της χαρτογράφησης αναθεωρείται και επανασχεδιάζεται. Ενώ οι παραδοσιακοί δισδιάστατοι χάρτες συμπυκνώνουν πολύπλοκες γεωγραφικές, πολιτικές, ιστορικές κ.α. αφηγήσεις σε χωρικά σύμβολα —που στοχεύουν στην καθαρότητα και την παγκοσμιότητα— ένα έργο video προσθέτει το καταλυτικό, επιτελεστικό στοιχείο, καθώς εισάγει κίνηση και χρονικότητα στον χάρτη. Έτσι, η video-χαρτογράφηση παραδίδει ένα μεταβαλλόμενο τοπίο όπου ο χρόνος και η αντίληψη μας για αυτόν, βρίσκονται σε συνεχή ροή και επαναθεώρηση. Απορρίπτοντας την ιδέα ενός σταθερού ή ολοκληρωμένου χάρτη, η video-χαρτογράφηση δημιουργεί έναν εναλλακτικό, δυναμικό χάρτη απέναντι στις συμβάσεις που διέπουν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε, περιηγούμαστε, καταλαμβάνουμε και αναπαριστούμε τον χώρο.

Επίσης, ένα έργο video ασχολείται με την έννοια του «πλαισίου»: Η χαρτογράφηση γίνεται κριτική ακριβώς μέσω των αναπαραστάσεων που επιπροσθέτως, αποκαλύπτουν την πολιτική που διέπει τους χώρους, ενσωματώνοντας ταυτόχρονα, τις πολιτισμικές πολυπλοκότητες και τις κοινωνικές στάσεις. Έτσι, η αναπαράσταση του χώρου, συμπεριλαμβάνοντας τις διαφορετικές εκφάνσεις του, γίνεται μια συμμετοχική διαδικασία, καθώς οι τόποι δεν κατοικούνται μόνο με τις φυσικές ανάγκες, αλλά και σύμφωνα με την παιδεία και την αντιληπτική ευρύτητα των κατοίκων τους που παρεμβαίνουν σε αυτούς. Η video-χαρτογράφηση ανιχνεύει τις ενσωματωμένες εμπειρίες, τις μεταμορφωτικές παρεμβάσεις, τις συναντήσεις με θεσμούς, μετατρέποντας την έννοια του χάρτη σε μια χρονική πρακτική της έννοιας του βιωμένου χώρου.

Η δημιουργία ενός ψηφιακού οπτικοακουστικού έργου με αντικείμενο την κριτική χαρτογράφηση ενός τόπου εντοπίζεται στη συναρπαστική τομή που διαγράφουν τα μέσα, η τεχνολογία, η γεωγραφία και η ανθρωπολογία, καθώς μπορεί να αποκαλύψει τις δυναμικές εξουσίας στη δημιουργία και την ερμηνεία της κατάστασης που παρουσιάζει ένας χώρος. Υπό μία έννοια αναχαρτογραφεί μια περιοχή, ασκώντας κριτική στις κυρίαρχες ιδεολογίες που διαμορφώνουν έναν τόπο, αποκαλύπτοντας τις προθέσεις και τις αντιφάσεις που τελούνται μέσα σε έναν ορισμένο γεωγραφικό χώρο. Ας σημειώσω ότι η κριτική χαρτογράφηση μέσω της video-τέχνης, ασχολείται και με ερωτήματα όπως: Ποιος κρατάει την κάμερα, ποια έκταση του χώρου περιλαμβάνεται στην εικόνα και μέσα από ποια/ες γωνία/ες εμφανίζεται ο χώρος; Στον κριτικό χάρτη θέτει το ερώτημα: Ποιος ελέγχει την αφήγηση, ποιος μιλά και ποιος σιωπά στη διαδικασία; Ο καλλιτέχνης που δημιουργεί ένα ανάλογο video γίνεται όχι μόνο παρατηρητής του εδάφους, αλλά και θέτει την αρχή ενός διαλόγου ως προς τον επαναπροσδιορισμό των πρακτικών που το διέπουν. Μέσω της επεξεργασίας χωροχρονικών καταγραφών και τη σύνταξή τους σε μια οπτικοακουστική αφήγηση, ανοίγει ένα πεδίο όπου διαφορετικές ιστορίες, προοπτικές και βιβλιογραφικά στοιχεία για ένα δεδομένο έδαφος μπορούν να συνυπάρχουν, με σχέση αρμονίας η/και σύγκρουσης. Η τέχνη του video ως κριτική χαρτογράφηση εμπλέκεται σε ηθική πράξη αμφισβήτησης. Ποιες δυναμικές εξουσίας αποκαλύπτονται, εξαιρούνται ή ακόμα και αναστρέφονται; Επερωτώντας τις ίδιες τις δομές της αντίληψης υποδεικνύει ότι το έδαφος δεν είναι ποτέ μια αμετάβλητη πραγματικότητα, αλλά μια συνεχής διαπραγμάτευση του χρόνου, της μνήμης και της εξουσίας, μια διαπραγμάτευση με την οποία, η τέχνη του video εμπλέκεται σε όλη την χρονική της πολυπλοκότητα4.

References

  1. Foucault, M., Abnormal, London / New York: Verso, 2003
  2. Cazeaux, C., Art, Research, Philosophy, London: Routledge, 2017
  3. Bestor C., Installation Art: Image and Reality. New York: ACM SIGGRAPH Computer Graphics, Volume 37, 2003
  4. Klinke, H.) Art Theory As Visual Epistemology. Newcastle upon Tyne UK: Cambridge Scholars Publishing, Unabridged edition, 2014

DIGITAL CARTOGRAPHY MEDIA: VIDEO

Georgia Touliatou

In the wake of the postmodern dissolution of grand narratives, the artwork shifts from object to subject, from presence to trace. Within this reconfiguration, art as a mode of research gains momentum, not as a retrieval of truth, but as an inquiry into the very impossibility of composing a content that reflects a complete notion of truth. In this realization, contemporary art turns to the archive and to site-specific documentation-research, establishing a discursive space where memory, history, myth, and critique coexist. Thus, speaking of Art-as-Research (Arts-Based Research – ABR) does not imply a reaffirmation of positivist methodologies. Instead, it underscores the instability of knowledge and the “gaps” or “blind spots” where the concept of meaning is destabilized. These are the points of rupture or discontinuity in History, which Foucault, in his book Abnormal, describes as “counter-history,” and with it, the notion of “counter-memory.”

Aligned with this framework, artistic works endeavor to construct an archive not only of what occurred but also of what could not be articulated about the event. In this sense, Art-as-Research enacts a form of knowledge that insists on absence, contradiction, and ambiguity as valid modes of understanding. The artwork thus becomes a theoretical proposition in itself—philosophical and radically open. In the expanded field of Art-as-Research, we encounter its generative potential: a way of thinking that exceeds language, a form of knowledge anchored in the here and now, in the fragment. Art does not merely participate in research —it interrogates what research can be. It redefines knowledge not as certainty, but as encounter. In doing so, it offers a deeply different epistemology— a material form of the becoming of theory.

In the domain of Art History, the map —whether geographic, political, or psychological— has traditionally been a static representation of territory, reflecting power, perspective, and even the structures of knowledge itself. Video, as a time-based medium, challenges this static convention by questioning not only the representation of space, but also the very notion of space as a fixed and immutable entity. In this way, it serves as a critique of traditionally mapped terrain. The artistic digital audiovisual work cannot be regarded merely as a documentation tool, as it interrogates the very systems through which we understand a world in constant flux. This relationship between medium and world is a complex negotiation of space, time, and the subject’s cognitive processes. Within the framework of critical cartography, video has the capacity to renegotiate the conventions of traditional mapping practices, which presume fixed and neutral perspectives, by expanding and transforming them.

By challenging notions of completeness and continuity —by accepting instead the fragmented, partial, and open-ended temporal processes of spatial change, along with the “blind spots” in the histories that relate to these spaces— video reshapes our understanding of terrain and place. Furthermore, within this “expanded field” of the critical map, video becomes a tool through which not only content but the very act of mapping is reconsidered and redesigned. While traditional two-dimensional maps condense complex geographic, political, and historical narratives into spatial symbols aiming for clarity and universality, video introduces the catalytic, performative element of movement and temporality.

Video-mapping thus delivers a mutable landscape in which time —and our perception of it— is in continuous flow and revision. By rejecting the idea of a static or complete map, video-mapping produces an alternative, dynamic cartography that confronts the conventions governing how we perceive, navigate, occupy, and represent space. Additionally, a video work engages with the concept of framing: mapping becomes critical precisely through its representations, which simultaneously expose the politics embedded in spaces and integrate cultural complexities and social attitudes. The representation of space —incorporating its diverse manifestations— thus becomes a participatory process. Places are not inhabited merely through physical needs but also through the education and perceptual breadth of their inhabitants, who actively intervene in them.

Video-mapping traces embedded experiences, transformative interventions, and encounters with institutions, thereby transforming the concept of the map into a temporal practice of the lived space. The creation of a digital audiovisual work addressing the critical mapping of a place is situated at the compelling intersection of media, technology, geography, and anthropology. It has the potential to reveal power dynamics embedded in both the creation and interpretation of a place’s condition.

In a sense, it remaps a territory by critically engaging with the dominant ideologies that shape it, exposing the intentions and contradictions enacted within a specific geographic space. Critical cartography through video art also addresses questions such as: Who holds the camera? What portion of space is included in the frame, and from which angle(s) is the space revealed? It raises the broader question within the critical map: Who controls the narrative? Who speaks and who remains silent in the process? The artist creating such a video becomes not only an observer of the terrain but also initiates a dialogue about redefining the practices that govern it.

Through the processing of spatiotemporal recordings and their composition into an audiovisual narrative, a field opens up where diverse histories, perspectives, and bibliographic references about a given territory may coexist in harmony or in conflict. The art of video as critical cartography engages in an ethical act of questioning: What power dynamics are revealed, excluded, or even reversed? By challenging the very structures of perception, it suggests that territory is never a fixed reality but an ongoing negotiation of time, memory, and power, a negotiation in which video art is intrinsically involved, in all its temporal complexity.

References

  1. Foucault, M., Abnormal, London / New York: Verso, 2003
  2. Cazeaux, C., Art, Research, Philosophy, London: Routledge, 2017
  3. Bestor C., Installation Art: Image and Reality. New York: ACM SIGGRAPH Computer Graphics, Volume 37, 2003
  4. Klinke, H., Art Theory As Visual Epistemology. Newcastle upon Tyne: Cambridge Scholars Publishing, Unabridged edition, 2014
Scroll to Top